Ρεπορτάζ: Αντώνης Ζήβας
Τα ρεκόρ τζίρου που κατέγραψαν οι πολεμικές βιομηχανίες τα τελευταία δύο χρόνια, φαντάζουν εντυπωσιακά στα οικονομικά δελτία σε σημείο να «ζαλίζουν», αν σκεφτούμε μόνο τα νούμερα, αλλά πίσω από τα τεράστια ποσά κρύβονται ανθρώπινες ζωές που χάνονται και κοινωνίες που καταστρέφονται.
Κάθε δισεκατομμύριο που προστίθεται στα ταμεία της Lockheed Martin, της Rheinmetall ή της Rostec αντιστοιχεί σε εκατοντάδες θανάτους, τραυματισμούς και εκτοπισμούς αμάχων σε εμπόλεμες ζώνες.
Οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Λωρίδα της Γάζας δεν είναι απλώς γεωπολιτικά γεγονότα. Αποτελούν ταυτόχρονα και μηχανές κέρδους για τις εταιρείες όπλων, ενώ οι άνθρωποι που υποφέρουν σπάνια καταγράφονται στις οικονομικές εκθέσεις.
Η σύγκριση ανάμεσα στα δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια που παράγουν οι εξοπλιστικές εταιρείες και τις ζωές που χάνονται προκαλεί ηθική αναστολή: ο πόλεμος είναι ταυτόχρονα κι ένα πολύ επικερδές εμπορικό προϊόν, μόνο που η τιμή του πληρώνεται δυσανάλογα με αίμα.
Σύμφωνα με τη νέα έκθεση του σουηδικού Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη (SIPRI), οι κορυφαίες εταιρείες όπλων κατέγραψαν πέρυσι συνολικά έσοδα 679 δισεκατομμυρίων δολαρίων (περίπου 586 δισ. ευρώ), τζίρους που αποτελούν ρεκόρ όλων των εποχών.
Η έκθεση αναφέρει ότι η αύξηση της ζήτησης για στρατιωτικό εξοπλισμό συνδέεται άμεσα με τις γεωπολιτικές εντάσεις, τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη σύγκρουση στην περιοχή της Γάζας, αλλά και με τους αυξανόμενους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς πολλών κρατών. Κατασκευαστές όπλων επεκτάθηκαν, αύξησαν τις γραμμές παραγωγής τους, ίδρυσαν θυγατρικές ή απέκτησαν άλλες εταιρείες, σύμφωνα με τη Deutsche Welle.
Οι ΗΠΑ διατηρούν την κυριαρχία τους στη βιομηχανία, με 39 από τις 100 κορυφαίες εταιρείες να έχουν έδρα εκεί. Οι συνολικές τους πωλήσεις ανήλθαν σε 334 δισ. δολάρια, σχεδόν το ήμισυ των παγκόσμιων εσόδων, σημειώνοντας αύξηση σχεδόν 4%. Η Lockheed Martin ξεχώρισε, με 64,7 δισ. δολάρια σε πωλήσεις, παραμένοντας η εταιρεία με τα υψηλότερα έσοδα διεθνώς.
Στην Ευρώπη, εκτός Ρωσίας, οι πωλήσεις των εταιρειών όπλων αυξήθηκαν κατά 13%, φτάνοντας τα 151 δισ. δολάρια. Οι γερμανικές εταιρείες Rheinmetall, Thyssenkrupp, Hensoldt και Diehl κατέγραψαν αύξηση 36% στα συνολικά έσοδα τους, που έφτασαν τα 14,9 δισ. δολάρια, λόγω υψηλής ζήτησης για συστήματα αεράμυνας, θωρακισμένα οχήματα και πυρομαχικά.
Δυσεύρετες πρώτες ύλες και προκλήσεις:
Η έρευνα του SIPRI επισημαίνει ότι η βιομηχανία αντιμετωπίζει προκλήσεις που μπορούν να αυξήσουν το κόστος και να καθυστερήσουν τις παραδόσεις. Η εξάρτηση από κρίσιμα ορυκτά ενδέχεται να περιπλέξει τα ευρωπαϊκά προγράμματα επανεξοπλισμού. Για παράδειγμα, η Airbus και η Safran κάλυπταν μέχρι το 2022 το μισό των αναγκών τους σε τιτάνιο από ρωσικές εισαγωγές, αλλά ο πόλεμος στην Ουκρανία τις υποχρεώνει να αναζητήσουν νέους προμηθευτές. Παράλληλα, οι περιορισμοί της Κίνας στις εξαγωγές κρίσιμων ορυκτών μπορούν να αυξήσουν το κόστος παραγωγής και να αναδιαρθρώσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού.
Ρωσία και Ασία:
Παρά τις διεθνείς κυρώσεις, οι δύο μεγαλύτερες ρωσικές εταιρείες όπλων, Rostec και United Shipbuilding Corporation, αύξησαν τα έσοδά τους κατά 23%, φτάνοντας τα 31,2 δισ. δολάρια, χάρη στην εγχώρια ζήτηση. Αντίθετα, στην Ασία και την Ωκεανία καταγράφηκε μείωση 1,2%, που οφείλεται κυρίως στη μείωση 10% των εσόδων των μεγαλύτερων κινεζικών κατασκευαστών.
Οι τρεις μεγαλύτερες ισραηλινές εταιρείες όπλων που εκπροσωπούνται στην κατάταξη των 100 κορυφαίων κατάφεραν επίσης να αυξήσουν σημαντικά τα έσοδά τους.
Η διεθνής κριτική για τη στρατιωτική δράση του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας «δεν είχε σχεδόν κανέναν αντίκτυπο στο ενδιαφέρον για τα ισραηλινά όπλα».
Στην έκθεσή του, το SIPRI επισημαίνει ρητά ότι σε πολλές περιπτώσεις είναι δυνατό να παρασχεθούν στοιχεία μόνο για τα έσοδα των εταιρειών όπλων, αλλά όχι και για τα κέρδη που αυτές είχαν, γεγονός που περιορίζει την πλήρη αξιολόγηση της κερδοφορίας τους.
Την ώρα που οι πολεμικές βιομηχανίες πανηγυρίζουν για τα ιστορικά κέρδη τους, οι πραγματικοί λογαριασμοί γράφονται με αίμα και πόνο. Οι αριθμοί των πωλήσεων δεν μπορούν να κρύψουν τα συντρίμμια των πόλεων, τις οικογένειες που διαλύονται και τις ζωές που χάνονται καθημερινά στους πολέμους που τροφοδοτούν.
Κάθε δολάριο που μπαίνει στα ταμεία των εταιρειών όπλων είναι ταυτόχρονα υπενθύμιση ότι ο πόλεμος δεν είναι απλώς στρατιωτική στρατηγική ή γεωπολιτική, αλλά μια ανθρωπιστική τραγωδία που συνεχίζεται με σταθερό, αμείλικτο ρυθμό.






