Επιμέλεια Αντώνης Ζήβας
Βασικά στελέχη της Αμερικανικής Δεξιάς, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων συμμάχων του Τραμπ, αμφισβητούν τα ισραηλινά πλήγματα εναντίον του Ιράν και προειδοποιούν κατά ενός μελλοντικού πολέμου των ΗΠΑ με το Ιράν.
Μετά την ορκωμοσία του για τη δεύτερη θητεία του τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ δήλωνε σχεδόν σε κάθε του ομιλία ότι θα πιέσει να «σταματήσουν όλοι οι πόλεμοι» και ότι θα αφήσει μετά το τέλος της θητείας του, την κληρονομιά ενός «ειρηνοποιού και ενοποιητή».
Όμως, έξι μήνες μετά, πύραυλοι πετούν εκατέρωθεν σε όλη τη Μέση Ανατολή μετά την επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν, με κίνδυνο έναν ολοκληρωτικό περιφερειακό πόλεμο που θα μπορούσε να παρασύρει τα αμερικανικά στρατεύματα στη σύγκρουση.
Τα ισραηλινά χτυπήματα στο Ιράν, τα οποία ο Τραμπ υποστηρίζει σθεναρά, ρίχνοντας την αποκλειστική ευθύνη ση πλευρά του Ιράν το οποίο ήταν αυτό που δέχτηκε την επίθεση, αναιρούν την υπόσχεση του Τραμπ να είναι ο… «προάγγελος της ειρήνης».
Διχάζουν επίσης τη βάση του, με πολλούς δεξιούς πολιτικούς και σχολιαστές να τονίζουν ότι η άνευ όρων υποστήριξη προς το Ισραήλ έρχεται σε αντίθεση με την πλατφόρμα «Πρώτα η Αμερική» με την οποία εξελέγη ο Τραμπ.
«Υπάρχει ένα πολύ έντονο αίσθημα προδοσίας και θυμού σε πολλά τμήματα της βάσης “Πρώτα η Αμερική”, επειδή έχουν πραγματικά στραφεί εναντίον της ιδέας ότι οι ΗΠΑ εμπλέκονται ή υποστηρίζουν τέτοιους πολέμους», δήλωσε η Trita Parsi, εκτελεστική αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Quincy, μιας αμερικανικής δεξαμενής σκέψης που προωθεί τη διπλωματία.
«Πολλοί ψηφοφόροι των ρεπουμπλικάνων, έχουν γίνει σε μεγάλο βαθμό επιφυλακτικοί απέναντι στο Ισραήλ και πιστεύουν ακράδαντα ότι αυτού του είδους οι πόλεμοι είναι αυτό που κάνει τις προεδρίες των Ρεπουμπλικάνων να αποτυγχάνουν – και αυτό που κάνει την ευρύτερη εγχώρια ατζέντα τους να διακυβεύεται», συμπλήρωσε η Parsi.
Αρκετοί συντηρητικοί αμφισβήτησαν τα ισραηλινά πλήγματα την Παρασκευή 13/6, προειδοποιώντας ότι οι ΗΠΑ δεν πρέπει να παρασυρθούν σε έναν πόλεμο που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.
Ο συντηρητικός σχολιαστής Τάκερ Κάρλσον – που θεωρείται σημαντική φιγούρα του κινήματος του Τραμπ «Κάνε την Αμερική μεγάλη ξανά» (MAGA) – δήλωσε ότι οι ΗΠΑ δεν πρέπει να στηρίζουν την «πεινασμένη για πόλεμο κυβέρνηση» του Ισραηλινού πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου.
«Εάν το Ισραήλ θέλει να διεξάγει αυτόν τον πόλεμο, έχει κάθε δικαίωμα να το κάνει. Είναι μια κυρίαρχη χώρα και μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Αλλά όχι με την υποστήριξη της Αμερικής», ανέφερε το πρωινό ενημερωτικό δελτίο του Tucker Carlson Network την Παρασκευή 13/6.
Πρόσθεσε επίσης, ότι ένας πόλεμος με το Ιράν θα μπορούσε να «τροφοδοτήσει την επόμενη γενιά της τρομοκρατίας» ή να οδηγήσει στη δολοφονία χιλιάδων Αμερικανών στο όνομα μιας ξένης ατζέντας.
«Είναι αυτονόητο ότι κανένα από αυτά τα ενδεχόμενα δεν θα ήταν επωφελές για τις Ηνωμένες Πολιτείες», ανέφερε το ενημερωτικό δελτίο. «Αλλά υπάρχει και μια άλλη επιλογή: να εγκαταλείψουμε το Ισραήλ. Αφήστε τους να πολεμήσουν τους δικούς τους πολέμους».
Ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Ραντ Πολ προειδοποίησε επίσης κατά του πολέμου με το Ιράν και κατηγόρησε τα νεοσυντηρητικά «γεράκια» στην Ουάσινγκτον.
«Ο αμερικανικός λαός σε συντριπτικό ποσοστό αντιτίθεται στους ατελείωτους πολέμους μας και γι αυτόν τον λόγο ψήφισε, όταν ψήφισε τον Ντόναλντ Τραμπ το 2024», έγραψε ο Πολ σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Προτρέπω τον πρόεδρο Τραμπ να παραμείνει στην πορεία που χάραξε εξ’αρχής, να συνεχίσει να βάζει την Αμερική πρώτη και να μην συμμετάσχει σε κανέναν πόλεμο μεταξύ άλλων χωρών».
Η ακροδεξιά βουλευτής Marjorie Taylor Greene έστειλε επίσης ένα μήνυμα που υποδηλώνει ότι αντιτίθεται στις επιθετικές ενέργειες των ΗΠΑ. Έχει προειδοποιήσει στο παρελθόν τον Τραμπ να μην επιτεθεί στο Ιράν με βάση τους ισραηλινούς ισχυρισμούς ότι η Τεχεράνη πρόκειται να αποκτήσει πυρηνικό όπλο.
«Προσεύχομαι για την ειρήνη. Ειρήνη», έγραψε στο X. «Αυτή είναι η επίσημη θέση μου».
Ενώ πολλοί από τους υποστηρικτές του Ισραήλ έχουν επικαλεστεί την απειλή ενός πυρηνικά εξοπλισμένου Ιράν, η κυβέρνηση της Τεχεράνης αρνείται εδώ και καιρό ότι επιδιώκει πυρηνικό όπλο.
Η επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του ίδιου του Τραμπ, Tulsi Gabbard, κατέθεσε τον Μάρτιο ότι οι ΗΠΑ «συνεχίζουν να εκτιμούν ότι το Ιράν δεν κατασκευάζει πυρηνικό όπλο».
Ο Τσάρλι Κερκ, βασικός Ρεπουμπλικανός ακτιβιστής και σχολιαστής που είναι ένθερμος υποστηρικτής του Ισραήλ, εξέφρασε επίσης σκεπτικισμό για την εμπλοκή σε πόλεμο με το Ιράν.
«Μπορώ να σας πω από τώρα ότι η βάση μας MAGA δεν θέλει καθόλου έναν πόλεμο», δήλωσε ο Kirk στο podcast του. «Δεν θέλουν την εμπλοκή των ΗΠΑ. Δεν θέλουν οι Ηνωμένες Πολιτείες να εμπλακούν σε αυτό».
Ο Τραμπ γνώριζε εκ των προτέρων για την επίθεση κι εξαπάτησε τους πάντες
Την Παρασκευή 23/6, ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι γνώριζε εκ των προτέρων για τις επιθέσεις του Ισραήλ. Δεν ανέφερε ότι είχε ασκήσει βέτο στην εκστρατεία βομβαρδισμών, αν και ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο χαρακτήρισε τις ενέργειες του Ισραήλ «μονομερείς».
Αντ’ αυτού, ο Τραμπ επέρριψε την ευθύνη για τις επιθέσεις στο Ιράν, λέγοντας ότι οι αξιωματούχοι του θα έπρεπε να είχαν εισακούσει τις εκκλήσεις του για την επίτευξη συμφωνίας για τη διάλυση του πυρηνικού προγράμματος της χώρας.
«Αντί να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με λογικό τρόπο, υιοθέτησε τον στόχο του μηδενικού εμπλουτισμού, ο οποίος, όπως ήταν αναμενόμενο, θα οδηγούσε σε αδιέξοδο, το οποίο, όπως ήταν αναμενόμενο, οι Ισραηλινοί χρησιμοποίησαν για να τον ωθήσουν σε στρατιωτικά πλήγματα και κλιμάκωση», δήλωσε η Trita Parsi στο Al Jazeera.
Η ίδια πρόσθεσε ότι πιστεύει πως ο Τραμπ εξαπάτησε στην ουσία τους πάντες την περασμένη εβδομάδα, προωθώντας τη διπλωματία ενώ γνώριζε ότι το Ισραήλ θα χτυπούσε το Ιράν.
«Ο Τραμπ έκανε σκόπιμα δηλώσεις υπέρ της διπλωματίας, υπέρ του να μην επιτεθεί το Ισραήλ, οδηγώντας τους πάντες να πιστεύουν ότι, αν υπάρξει επίθεση, αυτή θα γίνει μετά τους έξι γύρους συνομιλιών την Κυριακή», είπε. «Αντ’ αυτού, συνέβη νωρίτερα».
Οι οπαδοί του MAGA και οι δημοκρατικοί
Ενώ τα ισραηλινά πλήγματα συγκέντρωσαν κάποιες επικρίσεις στο Κογκρέσο, πολλοί Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί τα επευφημούσαν.
Αλλά ένα βασικό τμήμα της βάσης του Τραμπ ήταν ένα τμήμα της ακροδεξιάς πτέρυγας που αμφισβητεί την άνευ όρων υποστήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ.
«Είναι πραγματικά αντιπροσωπευτικοί μιας συμπαγούς εκλογικής ομάδας εντός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ειδικά αν κοιτάξουμε τα νεότερα άτομα», δήλωσε ο Jon Hoffman, ερευνητής σε θέματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής στο Ινστιτούτο Cato, μια φιλελεύθερη δεξαμενή σκέψης.
Ο Χόφμαν επεσήμανε μια πρόσφατη έρευνα του Pew Research Center, σύμφωνα με την οποία το 50% των Ρεπουμπλικανών κάτω των 50 ετών έχουν δυσμενή άποψη για το Ισραήλ.
«Μεταξύ του ίδιου του εκλογικού σώματος, ο αμερικανικός λαός έχει βαρεθεί αυτούς τους ατελείωτους πολέμους», δήλωσε στο Al Jazeera.
Τα πολεμοχαρή «γεράκια» της εξωτερικής πολιτικής που ευνοούν τις στρατιωτικές επεμβάσεις κυριάρχησαν στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τζορτζ Μπους, ο οποίος ξεκίνησε τις εισβολές στο Ιράκ και το Αφγανιστάν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Αλλά αυτές οι δύο συγκρούσεις αποδείχθηκαν καταστροφικές. Χιλιάδες Αμερικανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν και πολλοί άλλοι έμειναν με μόνιμα σωματικά και ψυχολογικά σημάδια. Οι επικριτές αμφισβήτησαν επίσης κατά πόσον οι πόλεμοι προώθησαν τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή – ή τα πήγαν πίσω.
Το σχέδιο οικοδόμησης του έθνους στο Ιράκ, για παράδειγμα, είδε την άνοδο μιας κυβέρνησης φιλικής προς το Ιράν και την εμφάνιση ομάδων που θεωρήθηκαν απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένου του ISIL (ISIS).
Στο Αφγανιστάν, εν τω μεταξύ, οι Ταλιμπάν επέστρεψαν στην εξουσία το 2021, σχεδόν ακριβώς δύο δεκαετίες μετά την εκδίωξη της ομάδας από τις αμερικανικές δυνάμεις. Η υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ αφγανική κυβέρνηση κατέρρευσε γρήγορα καθώς τα αμερικανικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από τη χώρα.






