Η Καίτη Σαμαρτζή-Ζωνζήλου απεβίωσε χθες πλήρης ημερών, αφήνοντας πίσω της ένα σπάνιο και πολυσχιδές αποτύπωμα στην πολιτιστική ιστορία του Βόλου. Υπήρξε ανήσυχο καλλιτεχνικό πνεύμα, πιανίστα, καθηγήτρια πιάνου, μία εκ των ιδρυτριών του Δημοτικού Ωδείου Βόλου και διευθύντρια της Μουσικής Σχολής Μαγνησίας, την οποία ίδρυσε και ανέπτυξε με προσωπικό μόχθο.
Όπως καταγράφηκε στο Μουσικό Λεξικό Ταμβάκης, η Αικατερίνη Σαμαρτζή – Ζωνζήλου γεννήθηκε στον Βόλο το 1932 και άρχισε μαθήματα πιάνου σε ηλικία επτά ετών με την Α. Τσολάκη. Μετά τον πόλεμο συνέχισε τις σπουδές της στο Παράρτημα Βόλου του Εθνικού Ωδείου με τη Λέλα Σταμούλη και το 1956 απέσπασε δίπλωμα πιάνου με Α’ βραβείο παμψηφεί, με πρόεδρο της επιτροπής τον Μανώλη Καλομοίρη. Έδωσε πολυάριθμα ρεσιτάλ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και εργάστηκε επί σειρά Στην ΕΡΤ Βόλου υπηρέτησε ως προϊσταμένη του μουσικού προγράμματος, καθώς και τη μακρά της θητεία ως καθηγήτρια στο Δημοτικό Ωδείο Βόλου και στο Δημοτικό Ωδείο Λάρισας. Θυμήθηκε τον καθοριστικό ρόλο της Λέλας Σταμούλη στην ίδρυση του Δημοτικού Ωδείου Βόλου, εξηγώντας ότι τα τρία απαραίτητα διπλώματα για την αδειοδότηση προήλθαν από την ίδια, τη Σταμούλη και τη Νίτσα Αμαξοπούλου.
Το 1983 ίδρυσε τη Μουσική Σχολή Μαγνησίας, η οποία λειτούργησε επί σχεδόν δύο δεκαετίες και ανέδειξε δεκάδες μαθητές σε πιάνο, έγχορδα και φωνητική. Παράλληλα, ανέπτυξε έντονη καλλιτεχνική δραστηριότητα εκτός μουσικής, δημιουργώντας χειροποίητα κεντήματα, γκομπλέν και διακοσμητικά έργα, ως αυτοδίδακτη. Χρηματοδότησε και επιμελήθηκε τη μετάφραση στα ελληνικά του έργου της Lucette Descaves για τη διδακτική της πιανιστικής τέχνης.
Η Καίτη Σαμαρτζή υπηρέτησε τη μουσική ως τρόπο ζωής και παιδείας και τιμήθηκε για την προσφορά της από πολιτιστικούς και κοινωνικούς φορείς. Με τον θάνατό της, ο Βόλος αποχαιρέτησε μία μορφή που σημάδεψε γενιές μαθητών και τη μουσική του ταυτότητα.






