Επιμέλεια κειμένου: Μαριάννα Κορνάρου
Μία ιστορικής σημασίας στροφή στην πολιτική των ΗΠΑ για τις δοκιμές των πυρηνικών όπλων έκανε σήμερα ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, βάζοντας ουσιαστικά τέλος σε ένα μορατόριουμ που κράτησε 33 χρόνια και ανακοινώνοντας μία απόφαση που δεν αποκλείεται να επαναπυροδοτήσει κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών σε διεθνές επίπεδο, ανοίγοντας ουσιαστικά και επισήμως το «κουτί της Πανδώρας» για τους χειρότερους φόβους της ανθρωπότητας.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έδωσε σήμερα εντολή επανεκκίνησης των δοκιμών πυρηνικών όπλων στο αμερικανικό Πεντάγωνο.
Μάλιστα, ο Αμερικανός πρόεδρος έκανε την αιφνιδιαστική ανακοίνωση στο Truth Social ενώ βρισκόταν στο ελικόπτερο Marine One, καθ’ οδόν για τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Σι, στο Μπουσάν της Νότιας Κορέας. «Δεν είχα άλλη επιλογή», επιχειρηματολόγησε, επικαλούμενος τις δοκιμές όπλων ικανών να φέρουν πυρηνικές κεφαλές «από άλλες χώρες», εννοώντας προφανώς τη Ρωσία και την Κίνα. Όπως είπε, έδωσε εντολή στο Πεντάγωνο να δοκιμάσει το πυρηνικό οπλοστάσιο των ΗΠΑ σε «ίση βάση» με άλλες πυρηνικές δυνάμεις.
Με αφορμή την δήλωση αυτή, το Reuters επιχειρεί μία αναδρομή στην πυρηνική ιστορία της ανθρωπότητας, καταγράφοντας τις πυρηνικές δυνάμεις και εξηγώντας τους λόγους του 33χρονου «παγώματος» των πυρηνικών δοκιμών.
Η πυρηνική εποχή και οι πρώτες ατομικές βόμβες σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι
Οι Ηνωμένες Πολιτείες άνοιξαν την πυρηνική εποχή τον Ιούλιο του 1945, με τη δοκιμή μίας ατομικής βόμβας 20 κιλοτόνων στο Αλαμογκόρντο του Νέου Μεξικού. Λίγες ημέρες μετά, στις 6 και τις 9 Αυγούστου, ρίπτονταν οι πρώτες ατομικές βόμβες στις πόλεις Χιροσίμα και Ναγκασάκι που εξανάγκασαν την Ιαπωνία σε συνθηκολόγηση.
Δείτε το αφιέρωμα του BBC στον τρόπο που οι πυρηνικές βόμβες σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι άλλαξαν τον κόσμο:
Τέσσερα χρόνια αργότερα, η τότε Σοβιετική Ένωση έπαιρνε τη σκυτάλη, με την έκρηξη της πρώτης της πυρηνικής βόμβας, τον Αύγουστο του 1949.
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, κατά τη διάρκεια των πέντε δεκαετιών μεταξύ του 1945 και της Συνθήκης για την Πλήρη Απαγόρευση των Πυρηνικών Δοκιμών (CTBT) του 1996, πραγματοποιήθηκαν πάνω από 2.000 πυρηνικές δοκιμές – εκ των οποίων οι 1.032 από τις Ηνωμένες Πολιτείες και οι 715 από τη Σοβιετική Ένωση. Η Βρετανία έχει πραγματοποιήσει 45 δοκιμές, η Γαλλία 210 και η Κίνα 45.
Εικόνα από παλιότερες πυρηνικές δοκιμές των ΗΠΑ στην έρημο
Από το 1996, χρονιά υπογραφής της CTBT έως σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί 10 πυρηνικές δοκιμές. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Εθνη, δύο από αυτές έχει διεξαγάγει η Ινδία, το 1998, άλλες δύο το Πακιστάν, επίσης το 1998, και τις υπόλοιπες η Βόρεια Κορέα (τα έτη 2006, 2009, 2013, 2016 δις και 2017). Η τελευταία δοκιμή των Ηνωμένων Πολιτειών έγινε το 1992, της Κίνας και της Γαλλίας το 1996 και της Σοβιετικής Ένωσης το 1990. Η Ρωσία, η οποία κληρονόμησε το μεγαλύτερο μέρος του σοβιετικού πυρηνικού οπλοστασίου, δεν έχει πραγματοποιήσει ποτέ τέτοια δοκιμή.
Γιατί σταμάτησαν οι πυρηνικές δοκιμές πριν από 33 χρόνια και τι σηματοδοτεί η ανακοίνωση Τραμπ
Την περασμένη εβδομάδα, η Ρωσία πραγματοποίησε πυρηνικές ασκήσεις, ενώ έχει δοκιμάσει έναν πυρηνικό πύραυλο κρουζ και μια πυρηνική τορπίλη. Δεν έχει δοκιμάσει ποτέ ωστόσο πυρηνική κεφαλή.
Εν μέσω διογκούμενων ανησυχιών για τις (χερσαίες, υπεδάφιες και υποθαλάσσιες) επιπτώσεις των πυρηνικών δοκιμών, υπογράφηκε το 1996 η διεθνής συνθήκη που απαγόρευσε σε κάθε χώρα την οποιαδήποτε πυρηνική δοκιμή, είτε για στρατιωτικούς είτε για πολιτικούς σκοπούς. Οι θιασώτες της αντιπυρηνικής εκείνης συνθήκης υποστηρίζαν πως, περιορίζοντας την «κούρσα» των πυρηνικών δοκιμών που είχε προκαλέσει ο Ψυχρός Πόλεμος, θα μπορούσαν να αποκλιμακωθούν οι εντάσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.
Επιπλέον, ο αντίκτυπος των δοκιμών της Δύσης στον Ειρηνικό και αυτών της Σοβιετικής Ένωσης στο Καζακστάν και την Αρκτική ήταν σημαντικός τόσο για το περιβάλλον όσο και για τους ανθρώπους. Σύμφωνα με ειδικούς και ακτιβιστικές οργανώσεις, εκατομμύρια άνθρωποι τόσο στον Ειρηνικό όσο και στο Καζακστάν είδαν τις εκτάσεις τους να μολύνονται από τις πυρηνικές δοκιμές και αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας εδώ και δεκαετίες.
Η CTBT υπογράφηκε από τη Ρωσία το 1996 και επικυρώθηκε το 2000. Αντιστοίχως, οι ΗΠΑ υπέγραψαν τη συμφωνία το 1996, αλλά δεν την επικύρωσαν ποτέ.
Ωστόσο, το 2023, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν ανακάλεσε επισήμως την επικύρωση της CTBT από τη Ρωσία, ευθυγραμμιζόμενος στο καθεστώς χρόνων των ΗΠΑ.
Γιατί επανέρχονται τώρα οι δοκιμές των πυρηνικών όπλων;
Η επαναφορά των πυρηνικών δοκιμών θεωρείται από τους αναλυτές ως μέσο συλλογής πληροφοριών ή αποστολής ενός μηνύματος. Οι δοκιμές παρέχουν στοιχεία για τη λειτουργία και τις δυνατότητες κάθε νέου πυρηνικού όπλου – και, ασφαλώς, για το αν τα παλαιότερα όπλα εξακολουθούν να λειτουργούν.
Εικόνα από πυρηνικές δοκιμές των ΗΠΑ το 1956
Το 2020, η Washington Post μετέδωσε πως η κυβέρνηση Τραμπ είχε συζητήσει το ενδεχόμενο διεξαγωγής πυρηνικής δοκιμής. Από τον Μπαράκ Ομπάμα και μετά, όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι έχουν συνταχθεί υπέρ των σχεδίων εκσυγχρονισμού του αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου – η συντήρηση και η αναβάθμιση του οποίου αποτιμάται σε σχεδόν 1 τρισ. δολάρια την επόμενη δεκαετία, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, εκτός από την παροχή τεχνικών δεδομένων, η εκάστοτε δοκιμή μπορεί να εκληφθεί από τη Ρωσία και την Κίνα ως μια επίδειξη στρατηγικής ισχύος των ΗΠΑ.
Ο Πούτιν έχει προειδοποιήσει επανειλημμένως πως στην περίπτωση επανεκκίνησης του αμερικανικού προγράμματος δοκιμών, θα ακολουθήσει και η Μόσχα. Σύμφωνα με τον Πούτιν, έχει ήδη ξεκινήσει ένας παγκόσμιος πυρηνικός αγώνας εξοπλισμών.
Ποιοι διαθέτουν πυρηνικά – και πόσα
Ο ακριβής αριθμός των πυρηνικών κεφαλών που διαθέτει κάθε χώρα είναι απόρρητος. Ωστόσο, σύμφωνα με τη Federation of American Scientists (σ.σ.: FAS, ένα αμερικανικό think tank παγκόσμιας πολιτικής), η Ρωσία διαθέτει συνολικά περίπου 5.459 πυρηνικές κεφαλές, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν περίπου 5.177. Σε αυτούς τους αριθμούς περιλαμβάνονται οι πυρηνικές κεφαλές που έχουν αναπτυχθεί, αποθηκευτεί και αποσυρθεί. Ελαφρώς διαφοροποιημένοι είναι οι αριθμοί της Ενωσης Ελέγχου Όπλων (Arms Control Association) με έδρα την Ουάσιγκτον που αποτιμά στις 5.225 πυρηνικές κεφαλές το αμερικανικό απόθεμα και τις 5.580 το ρωσικό.
Τα παγκόσμια αποθέματα πυρηνικών κεφαλών έφτασαν στο απόγειό τους το 1986 με πάνω από 70.000 κεφαλές -εκ των οποίων οι περισσότερες σε Σοβιετική Ένωση και Ηνωμένες Πολιτείες. Έκτοτε όμως, έχουν μειωθεί σε περίπου 12.000, οι περισσότερες από τις οποίες εξακολουθούν να βρίσκονται στη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Κίνα είναι η τρίτη μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη με 600 κεφαλές, η Γαλλία με 290, το Ηνωμένο Βασίλειο με 225, η Ινδία με 180, το Πακιστάν με 170, το Ισραήλ με 90 και η Βόρεια Κορέα με 50, σύμφωνα με τη FAS.
Πηγές: Reuters, ΑP, Washington Post, New York Post






